Κυριακή 27 Μαΐου 2012

Κόζα Νόστρα. Η ζωή ενός μαφιόζου.




Η Σικελική Μαφία, ή πιο απλά Μαφία, ή ακόμη πιο σωστά Κόζα Νόστρα, είναι μια εγκληματική μυστική οργάνωση ανδρών η οποία δημιουργήθηκε στα μέσα του 19ου αιώνα στη Σικελία της Ιταλίας. Παρακλάδι της εμφανίστηκε στην ανατολική ακτή των Η.Π.Α στα τέλη του 19ου αιώνα, μετά από διάφορα κύματα μεταναστών από τη Σικελία.
Περιγράφεται ως: "Ένα σύμπλεγμα μικρών, υπόγειων οργανώσεων οι οποίες χαρακτηρίζονται από κώδικα σιωπής (ομερτά) και ασκούν κάποιον έλεγχο σε επιχειρηματικές δραστηριότητες, καθώς και στη διοίκηση της χώρας".
 Είναι συνεπώς ένα είδος εγκληματικότητας από το οποίο εξυπακούονται κάποιες προϋποθέσεις: η ύπαρξη ενός σύγχρονου κράτους που διεκδικεί το αποκλειστικό δικαίωμα για νόμιμο μονοπώλιο στη βία, την ύπαρξη βίαιων ανθρώπων με δυνατότητα να διοικούνται από μόνοι τους και να επιβάλλονται ακόμη και στις άρχουσες τάξεις.
 Αναφερόμενο σε κάποιον, το "mafiusu" (μαφιόζος) στη Σικελία του 19ου αιώνα ήταν ασαφές και σήμαινε αυτόν που εκφοβίζει, τον τραμπούκο, υπερόπτη, τολμηρό, δραστήριο, και περήφανο, σύμφωνα με τον ακαδημαϊκό Diego Gambetta.
Οι Σικελοί έχουν έναν κώδικα σιωπής, την ομερτα, ο οποίος απαγορεύει σε οποιονδήποτε άνθρωπο, άνδρα, γυναίκα ή παιδί, να συνεργαστεί με οποιονδήποτε τρόπο με την αστυνομία ή την κυβέρνηση, ακόμη κι αν μια γυναίκα γνωρίζει τον δολοφόνο του άντρα της.
Η σύγχρονη μαφία
Τις δεκαετίες του 1980 και 1990, σε έναν πόλεμο αλληλοεξόντωσης συμμοριών, πολλοί σημαντικοί μαφιόζοι δολοφονήθηκαν και μια νέα γενιά μαφιόζων έδωσε περισσότερη έμφαση σε οικονομική εγκληματική δραστηριότητα παρά στις πιο παραδοσιακές επιχειρήσεις προστασίας. Ως αντίδραση στις εξελίξεις αυτές, ο ιταλικός τύπος δημιούργησε τον όρο "Κόζα Νουόβα" ("καινούργιο πράγμα", ως λογοπαίγνιο με το Κόζα Νόστρα), αναφερόμενο στη νέα εκδοχή της οργάνωσης.
Ο βασικός διαχωρισμός στη σικελική μαφία σήμερα είναι μεταξύ των αφεντικών που έχουν καταδικαστεί και βρίσκονται στη φυλακή, Στους φυλακισμένους υπάρχει αυστηρός έλεγχος, βάσει του ιταλικού νόμου, στην επικοινωνία τους με τον έξω κόσμο, ώστε να μην μπορούν, κατά το δυνατό, να διευθύνουν τις επιχειρήσεις τους πίσω από τα σίδερα. 
Παρακάτω θα διαβάσετε την ιστορία του Γκαετάνο Γκράντο, όπως αυτός τη διηγήθηκε στον Σωτήρη Δανέζη.

Γεννήθηκε και μεγάλωσε στη μεγαλύτερη και πιο γνωστή εγκληματική οργάνωση στον κόσμο. Σκότωσε, εκβίασε, έκανε λαθρεμπόριο, κήρυξε τον πόλεμο στον μεγαλύτερο νονό της Σικελίας, συνελήφθη και καταδικάστηκε ως μέλος της Μαφίας.

Για την ιταλική δικαιοσύνη είναι ένας «μετανοημένος μαφιόζος» (Mafioso Pentito). Για τους φίλους του ένας «άνδρας τιμής». Για τους εχθρούς του, ένας ζωντανός-νεκρός.
Ο Γκαετάνο Γκράντο, στα 66 χρόνια του, διηγείται για πρώτη φορά την ιστορία του και αποκαλύπτει τα μυστικά της Κόζα Νόστρα .
Στα 16 του ο Γκράντο έγινε το νεότερο μέλος της Κόζα Νόστρα. Σκότωσε, χωρίς εντολή, για να αποδείξει ότι είναι άξιος της εμπιστοσύνης των αφεντικών της φαμίλιας του. «Στην Κόζα Νόστρα, όταν γίνεις μέλος -εξομολογείται-, δεν σου λένε ότι δεν θα πεθάνεις, δεν θα μπεις φυλακή. Πρώτα απ' όλα σου λένε τα χειρότερα, για τον θάνατο και τη φυλακή. Μετά, όλο το υπόλοιπο είναι όμορφο! Διότι σε κάνει να αισθάνεσαι άντρας! Να αισθάνεσαι από πάνω! Μέχρι και πάνω από άτομα που είναι στην κυβέρνηση... Ως παλιός μαφιόζος μπορούσα να σκοτώσω έναν γερουσιαστή, έναν αξιωματούχο, μπορούσα να τους πω "μη μιλήσεις γιατί θα σε σκοτώσω", μπορούσα να το κάνω, και μάλιστα ήταν μεγάλη ικανοποίηση...».
Εχθροί του έγιναν οι μαφιόζοι από το Κορλεόνε: Τότο Ριίνα, Λεολούκα Μπαγκαρέλα, Μπερνάρντο Προβενστάνο. Σε κάθε εσωτερικό πόλεμο της Μαφίας, το πιστόλι του Γκράντο πυροβολούσε: «Για όποιον σκότωσα, δεν νιώθω να μετανιώνω, διότι ήταν όλοι τους παλιάνθρωποι. Δεν το έκανα πανικόβλητος, ήμουν ήρεμος. Για μένα ήταν μια δουλειά!». Οι δεκαετίες '60-'70 είναι η εποχή της παντοδυναμίας της σικελικής μαφίας, της μυστικής οργάνωσης με τζίρο που φτάνει τον προϋπολογισμό της Ιταλίας. Ο πρώην μαφιόζος δεν μασάει τα λόγια του: «Δεν υπολογίζαμε τον νόμο. Για μας δεν υφίστατο. Η ιταλική κυβέρνηση για μας δεν υπήρχε. Υπήρχε δικός μας νόμος, και τέλος!».
Τη δεκαετία του '80 ο Γκαετάνο Γκράντο έρχεται αντιμέτωπος με τους μαφιόζους από το Κορλεόνε. Η φαμίλια του ξεκληρίζεται και καταφεύγει στην Ισπανία. Επιστρέφει στα τέλη της δεκαετίας του '80 για να πάρει εκδίκηση, αλλά θα συλληφθεί και θα καταδικαστεί σε 30 χρόνια φυλακή. Η Μαφία, για να τον προειδοποιήσει και να του θυμίσει την ομερτά, δολοφονεί τον μοναχογιό του, 22 ετών. Δέκα χρόνια μετά τη σύλληψή του, ο Γκράντο αποφασίζει να μιλήσει στον εισαγγελέα του Παλέρμο. Γίνεται «mafioso pentito», ζει σε κατ' οίκον περιορισμό, υπό αστυνομική προστασία σε άγνωστη τοποθεσία. Η συνέντευξή του στους Σωτήρη Δανέζη και στην Αναστασία Μουμτζάκη είναι η πρώτη και μοναδική δημόσια εξομολόγησή του.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου